Θέμα της έκθεσης είναι τα «Φαντάσματα»
Κορυφαίοι Έλληνες εικαστικοί που έχουν φύγει από τη ζωή, οι Νίκος Κεσσανλής, Βλάσης Κανιάρης, Σίλεια Δασκοπούλου και Ιάσονας Μολφέσης, «επιστρέφουν» μέσα από τα έργα τους που θα φιλοξενηθούν σε μια μεγάλη έκθεση που διοργανώνει το 64ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης στο πλαίσιο του αφιερώματος με θέμα τα «Φαντάσματα». Η έκθεση, σε επιμέλεια του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Ορέστη Ανδρεαδάκη, θα πραγματοποιηθεί στο Glass House, στην προβλήτα 1 (Λιμάνι Θεσσαλονίκης), από τις 3 έως τις 12 Νοεμβρίου και θα έχει ελεύθερη είσοδο για το κοινό.
Το εμβληματικό τους έργο, πιο επίκαιρο από ποτέ, παρουσιάζεται στην έκθεση ως μέρος μιας διαρκούς διαδικασίας επιστροφής. Όπως αναφέρει ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, στο επιμελητικό του σημείωμα: «Ο Νίκος Κεσσανλής, ο Βλάσης Κανιάρης, η Σίλεια Δασκοπούλου και ο Ιάσων Μολφέσης επιστρέφουν στο δικό μας παρόν με έργα που ζητούν μια δεύτερη ανάγνωση και, κάτω από τον τίτλο Φαντάσματα, θέτουν ερωτήματα για την έννοια της αναπαράστασης του φανταστικού κόσμου, τη φαντασμαγορική μνήμη των σκιών, την απουσία της ζωής, τις φασματικές μορφές της τεχνολογίας. Ένας νέος φωτογράφος, ο Δημήτρης Τσουμπλέκας, τούς παρατηρεί και τους σχολιάζει με τον φακό του. Προσθέτει μικρές ψηφίδες ζωής, ανοίγει ρωγμές στον χρόνο, ακολουθεί την κοίτη του παρελθόντος και μαζεύει παλιά ρούχα και βιβλία – λατρεύει τα ξεχασμένα αντικείμενα μιας χώρας που δικαιωματικά ανήκει στα φαντάσματα».
Ο Νίκος Κεσσανλής (1930-2004) παρουσίασε τη σειρά έργων Φαντασμαγορίες της ταυτότητας τον Μάιο και τον Ιούνιο 1965 στο Βερολίνο, στη Ρώμη και στο Παρίσι. Η σειρά εντάχθηκε στο κίνημα της Mec Art (μηχανικής τέχνης). Ο Κεσσανλής τοποθέτησε ανθρώπους πίσω από μια διάφανη οθόνη, τους ζήτησε να ποζάρουν και να κινούνται παίρνοντας διαφορετικές στάσεις και τους φώτισε με προβολείς. Οι σκιές που εμφανίζονταν στην οθόνη φωτογραφήθηκαν από τον Κεσσανλή, ο οποίος, διαφοροποιώντας την ένταση του φωτός, πέτυχε μια τεράστια γκάμα φωτοσκιάσεων, αποχρώσεων του μαύρου και του λευκού και αλλοιώσεων των περιγραμμάτων. Οι μεγάλες σκιές των ανθρώπων του Κεσσανλή βγαίνουν μέσα από το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» («να περπατούν οι ζωντανοί με τους απεθαμένους») διεκδικώντας την αιώνια επιστροφή τους στο άχρονο παρόν.
Ο Βλάσης Κανιάρης (1928-2011) κατασκεύασε το 1962 τις πρώτες ντυμένες με κουρέλια κούκλες. Στην πραγματικότητα, ήταν ρούχα από τα οποία απουσίαζε η ανθρώπινη σάρκα. Το εξωτερικό περίβλημα έμοιαζε με ένα σχήμα χωρίς νεύρα και ζωή, ένα φάντασμα που αναζητούσε να ξαναβρεί τη γήινη χαμένη του διάσταση. Το 1964 παρουσιάστηκαν στην παριζιάνικη γκαλερί J οι κούκλες του, οι οποίες άρχισαν να καταλαμβάνουν ολοένα σημαντικότερο χώρο στο έργο του. Πήραν διάφορες μορφές, τοποθετήθηκαν σε έργα επιδραστικά με πολιτικό πρόσημο, αφέθηκαν στους δρόμους της Αθήνας και σε Ουρητήρια, έπαιξαν Κουτσό και αναρωτήθηκαν για τη σχέση που έχει ο Ζωγράφος με το μοντέλο του. Πρόκειται για ακέφαλα ανδρείκελα, φαντάσματα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας τα οποία, αποξενωμένα και αλλοτριωμένα, δεν μπορούν να κατοικήσουν ούτε στο παρελθόν ούτε στο παρόν, αλλά ούτε και στο μέλλον.
Η Σίλεια Δασκοπούλου (1936-2006) έκανε την πρώτη ατομική της έκθεση στην Αθήνα το 1962 (Νέες Μορφές), έζησε για λίγο στο Παρίσι και μέχρι το 1970 είχε κερδίσει σημαντική θέση στην αθηναϊκή εικαστική σκηνή. Το έργο της βρίθει αντι-νατουραλιστικών γυναικείων, κυρίως, πορτρέτων, τα οποία θυμίζουν μάσκες απόκοσμων όντων. Ολοκλήρωσε περισσότερα από 100 τέτοια πορτρέτα, συχνά με ειρωνικούς τίτλους, οι οποίοι θέτουν σε αμφισβήτηση τους συμβατικούς κοινωνικούς ρόλους των γυναικών της εποχής. Τα ακατέργαστα και σχεδόν παραμορφωμένα πρόσωπα των γυναικών της Δασκοπούλου έχουν το βλέμμα των φαντασμάτων – μπλέ τις περισσότερες φορές. Όλα τους είναι τοποθετημένα σε μονόχρωμα φόντα και μας κοιτούν πίσω από μια γυάλινη τρυφερή σκληρότητα.
Ο Ιάσων Μολφέσης (1925-2009) έζησε και εργάστηκε κυρίως στο Παρίσι και έγινε γνωστός για τα μεγάλων διαστάσεων γλυπτά του, τα οποία βρίσκονται σε ανοιχτούς εξωτερικούς χώρους. Το έργο του ακολουθεί μια επίπονη διαδικασία φιλοσοφικών ερωτημάτων γύρω από τον χρόνο και τον χώρο, το μέλλον και το παρελθόν. Γύρω στο 1966-1967 άρχισε να ενσωματώνει στα έργο του την κωδικοποιημένη γλώσσα των πρώτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, μεταφέροντας σε σφυρήλατο μολύβι το σύστημα των σκούρων στιγμών και των λευκών επιφανειών από τις ταινίες του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, και θέλοντας να σχολιάσει την επιδρομή του φαντάσματος της τεχνολογίας, ο Μολφέσης δημιουργεί τα πρώτα του ανάγλυφα, αξιοποιώντας υλικά όπως ο πολυεστέρας, ο γύψος, το μέταλλο, τα φύλλα αλουμινίου.
Τα εγκαίνια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου, στις 19:00. Το αφιέρωμα στα Φαντάσματα επιμελείται ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης και διεθνούς φήμης κριτικός κινηματογράφου, Ντένις Λιμ, ως guest curator.