Θα στεγαστεί σε 18 ιστορικά κτίρια μεταξύ των οποίων και αυτό στο οποίο ο Έλγιν συσκεύασε τα κλεμμένα Γλυπτά του Παρθενών
Σε μια γειτονιά της γραφικής Πλάκας, αποτελούμενη από 18 ιστορικά κτίρια, θα μετακομίσει, μέχρι το τέλος του χρόνου, το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού. Η νέα στέγη του μουσείου, που μέχρι προσφάτως ονομαζόταν Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα της χώρας καθώς ιδρύθηκε το 1918, αναπτύσσεται στο οικοδομικό τετράγωνο, που περικλείεται από τις οδούς Άρεως, Αδριανού, Βρυσακίου και Κλάδου.
Όπως υπογράμμισε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κατά την αυτοψία που πραγματοποίησε στη συγκεκριμένη περιοχή βρίσκονται μια μοναδική διώροφη οικία της οθωνικής περιόδου, το αρχοντικό Χωματιανού-Λογοθέτη –όπου φιλοξενήθηκε ο Έλγιν, οποίος σύμφωνα με μαρτυρίες, εδώ, συσκεύασε τα Γλυπτά για να τα μεταφέρει στο Λονδίνο- τα κατάλοιπα του παλαιοχριστιανικού ναού του Αγίου Θωμά, τμήμα του υστερορρωμαϊκού τείχους, το εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, που έψελνε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, η οικία Δραγούμη, η πλατεία Κλάδου, συνδεμένη με τη μορφή του Αγίου Νικολάου Πλανά.
«Το Υπουργείο Πολιτισμού, αρχές του 1999, ανέλαβε μια καθοριστικής σημασίας πρωτοβουλία, να διασώσει και να αναδείξει ένα μικρό εναπομείναν τμήμα της συνοικίας Βρυσάκι, ανατολικά της Στοάς του Αττάλου, που επιβίωσε της κατεδάφισης, αλλά επί δεκαετίες είχε εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου. Είναι τα 18 οικήματα, τα οποία συνθέτουν το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού. Το αναγεννημένο Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, που με μία νέα, σύγχρονη και πρωτότυπη επιστημονική και αισθητική προσέγγιση παντρεύει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, το φυσικό και αστικό περιβάλλον και τις σύγχρονες τεχνολογίες και αναζωογονεί μια ιστορική γειτονιά της Αθήνας, μετατρέποντάς τη σε πολυχώρο ανάδειξης και προβολής της νεότερης υλικής και άυλης πολιτιστικής ιστορίας και κληρονομιάς της Ελλάδας» πρόσθεσε η ίδια.
Ο νεότερος ελληνικός πολιτισμός προβάλλεται σφαιρικά, μέσα από μια ερμηνευτική προσέγγιση της υλικής και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα αντικείμενα της λαϊκής τέχνης γίνονται η αφορμή και το μέσον για να αναδειχθούν ο τρόπος ζωής, οι αντιλήψεις και τα αισθητικά πρότυπα, η τεχνογνωσία και η τέχνη των ανθρώπων του πρόσφατου παρελθόντος, αυτά που καθόρισαν την ταυτότητα του παρόντος και προοικονομούν, ως ένα βαθμό, το μέλλον. Εκτός της μόνιμης έκθεσης, το ΜΝΕΠ διαθέτει χώρο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, χώρους περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων, υπαίθριο θέατρο, καφετέρια και πωλητήριο.
Η αποκατάσταση των 18 κτηρίων του ΜΝΕΠ, ολοκληρώθηκε το 2021, με χρηματοδότηση από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αττικής-ΕΣΠΑ 2007-2013, συνολικό προϋπολογισμό 6.300.000 ευρώ και φορέα υλοποίησης την Διεύθυνση Προστασίας και Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού.
Η έκθεση των μονίμων συλλογών του Μουσείου, που περιλαμβάνουν αντικείμενα από τα μέσα του 18ου αι. έως τη δεκαετία του 1970, διαδραστικές ψηφιακές εφαρμογές, πολυμέσα και ποικίλο εποπτικό υλικό, εντάχθηκε στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αττικής-ΕΣΠΑ 2014-2020, με συνολικό προϋπολογισμό 8.166.000 ευρώ, ενώ οι ψηφιακές εφαρμογές στο ΕΠΑΝΕΚ-ΕΣΠΑ 2014-2020 με συνολικό προϋπολογισμό 2.183.000 ευρώ. Φορέας υλοποίησης στα δύο τελευταία έργα ήταν το ΜΝΕΠ.
Η αποκατάσταση της «Ταβέρνας Πλάτων», που θα χρησιμοποιηθεί ως χώρος εστίασης του Μουσείου, έχει ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ο συνολικός προϋπολογισμός, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των απαλλοτριώσεων και των μελετών, καθώς και των εθνικών πόρων που διετέθησαν σε εύρος 20ετίας, ξεπερνά τα 30.000.000 ευρώ.