«Τραγικό παράδειγμα της παραίτησης των ελληνικών αρχών από την ευθύνη». Οι αντικρουόμενες αναφορές για το ναυάγιο της Πύλου και οι μαρτυρίες που «καίνε» το Λιμενικό.
Τη δυσαρέσκειά τους εκφράζουν δύο μεγάλες οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων για την έλλειψη προόδου από τις ελληνικές αρχές, όσον αφορά στην έρευνα για τις αμφιλεγόμενες συνθήκες υπό τις οποίες έγινε το ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου, οδηγώντας στον θάνατο τουλάχιστον 500 ανθρώπους – σε ένα από τα πιο πολύνεκρα περιστατικά στη Μεσόγειο.
Αναλυτικότερα, όπως μεταδίδει η βρετανική εφημερίδα «The Guardian», το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) και η Διεθνής Αμνηστία αναφέρουν ότι υπάρχουν αξιόπιστοι ισχυρισμοί ότι οι «ενέργειες και παραλείψεις» της Ελληνικής Ακτοφυλακής συνέβαλαν στο ναυάγιο της 14ης Ιουνίου 2023.
«Άλλο ένα τραγικό παράδειγμα της παραίτησης των ελληνικών αρχών από την ευθύνη»
Έξι μήνες μετά, με τις έρευνες να μην έχουν τελειώσει και τους επιζώντες να ζητούν δικαιοσύνη, οι οργανώσεις ανέφεραν ότι υπήρχαν ανησυχίες «για τις προοπτικές λογοδοσίας», λόγω του τρόπου με τον οποίο διεξήχθη η έρευνα.
«Το ναυάγιο της Πύλου φαίνεται να είναι άλλο ένα τραγικό παράδειγμα της παραίτησης των ελληνικών αρχών από την ευθύνη για τη διάσωση ζωών στη θάλασσα», δήλωσε η Τζούντιθ Σάντερλαντ, συνεργαζόμενη διευθύντρια Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας στο HRW.
«Η πλήρης καταγραφή του τι συνέβη είναι υψίστης σημασίας για τη διασφάλιση της αλήθειας και της δικαιοσύνης για τους επιζώντες και τις οικογένειες των θυμάτων και για την αποφυγή μελλοντικών θανάτων», πρόσθεσε.
Το αλιευτικό σκάφος με χειριστή έναν από τους διακινητές μεταναστών από τη Λιβύη και με προορισμό την Ιταλία, βυθίστηκε περίπου 80 μίλια από την πόλη της Πύλου στη νότια Ελλάδα τα ξημερώματα της 14ης Ιουνίου, πέντε ημέρες αφότου απέπλευσε για πρώτη φορά και 15 ώρες αφότου οι ελληνικές αρχές ειδοποίησαν ότι το σκάφος βρισκόταν στην περιοχή έρευνας και διάσωσης. Φορτωμένο με περίπου 750 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, βυθίστηκε μέσα σε λίγα λεπτά.
Στην επιχείρηση διάσωσης που ακολούθησε και η οποία περιγράφηκε ως χαοτική, 104 άνδρες επιζώντες – από τη Συρία, την Αίγυπτο και το Πακιστάν – μεταφέρθηκαν στην ξηρά. Το αλιευτικό που βυθίστηκε σε μια από τις βαθύτερες περιοχές της Μεσογείου, δεν έχει βρεθεί ακόμη, αν και τις επόμενες ημέρες ανακαλύφθηκαν 82 πτώματα.
Οι αντικρουόμενες αναφορές για το ναυάγιο
Από την αρχή, οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εξέφρασαν ανησυχίες για τις αντικρουόμενες αναφορές των γεγονότων που οδήγησαν στην καταστροφή. Ενώ οι επιζήσαντες περιέγραψαν ότι το σκάφος ανατράπηκε αφού αξιωματικοί της ακτοφυλακής προσπάθησαν να το ρυμουλκήσουν, Έλληνες αξιωματούχοι λένε ότι δεν έγινε καμία τέτοια προσπάθεια. Αντίθετα, επιμένουν, το σκάφος βυθίστηκε σε διεθνή ύδατα όταν η ακτοφυλακή ήταν περίπου 70 μέτρα μακριά.
Ωστόσο, με βάση συνεντεύξεις με 21 επιζώντες, πέντε συγγενείς ανθρώπων που εξακολουθούν να αγνοούνται, εκπροσώπους της ελληνικής ακτοφυλακής και της αστυνομίας, των διεθνών οργανώσεων βοήθειας και των Ηνωμένων Εθνών, η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ισχυρίστηκαν ότι οι ελληνικές αρχές όχι μόνο απέτυχαν να κινητοποιήσουν «κατάλληλους πόρους για διάσωση», αλλά είχαν «αγνοήσει ή ανακατευθύνει» αιτήματα για βοήθεια από τη Frontex.
Όπως αναφέρει ο Guardian, δεν υπήρξε άμεση αντίδραση από τις ελληνικές αρχές στο δημοσίευμα.
Οι μαρτυρίες που «καίνε» το Λιμενικό
Οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων υποστήριξαν ότι παρά το γεγονός ότι οι αξιωματούχοι ειδοποιήθηκαν για την παρουσία παιδιών στο πλοίο και ενημερώθηκαν ότι αρκετοί επιβάτες ήταν «πολύ άρρωστοι», οι μαρτυρίες των επιζώντων ανέφεραν ότι το ελληνικό περιπολικό δεν έκανε τίποτα μέχρι να ήταν πολύ αργά.
Προτρέποντας τις ελληνικές αρχές να διώξουν αξιωματούχους σε περίπτωση επαρκών αποδεικτικών στοιχείων για αδικοπραγία, ισχυρίστηκαν: «Οι επιζώντες είπαν ότι ένα περιπολικό της ακτοφυλακής προσάρτησε ένα σχοινί στην Adriana (σ.σ το αλιευτικό) και την τράβηξε, προκαλώντας την ανατροπή του σκάφους. Ισχυρίστηκαν επίσης ότι, μετά την ανατροπή του σκάφους, η ακτοφυλακή άργησε να ενεργοποιήσει τις επιχειρήσεις διάσωσης, δεν κατάφερε να μεγιστοποιήσει τον αριθμό των ανθρώπων που διασώθηκαν και συμμετείχαν σε επικίνδυνους ελιγμούς».
Έκτοτε, οι οργανώσεις ανέφεραν ότι ο χειρισμός του περιστατικού από τις αρχές ήταν ενδεικτικός ενός «pushback» – με στόχο τη βίαια απώθηση αιτούντων άσυλο σε γειτονικές χώρες ή, σε αυτή την περίπτωση, σε ύδατα που ελέγχονται από την Ιταλία.
Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη
Όπως αναφέρει το βρετανικό δημοσίευμα, η ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα αρνηθεί ότι χρησιμοποιεί την τακτική των pushbacks για να κρατήσει μακριά τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, αλλά παραδέχεται ότι εφαρμόζει «σκληρές αλλά δίκαιες» πολιτικές διαχείρισης της μετανάστευσης.
Σε συνέντευξή του στο BBC τον περασμένο μήνα, ο έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επέμεινε ότι ήταν δικαίωμα της χώρας της πρώτης γραμμής να αναχαιτίζει βάρκες λέγοντας: «Ερευνούμε αυτό το συγκεκριμένο περιστατικό… Ταυτόχρονα, ήμουν πολύ ανοιχτός και ειλικρινής ότι θεωρούμε ότι έχουμε το δικαίωμα να αποτρέπουμε παράνομες εισόδους στη θάλασσα και ταυτόχρονα να ενθαρρύνουμε αυτά τα σκάφη να επιστρέψουν στις ακτές από όπου απέπλευσαν».
Το πλήρωμα του πλοίου είχε επανειλημμένα απορρίψει προσφορές βοήθειας, πρόσθεσε. «Ρωτήσαμε τους επιβαίνοντες στο πλοίο αν ήθελαν βοήθεια. Αρνήθηκαν οποιαδήποτε βοήθεια, ήθελαν να φτάσουν στην Ιταλία. Και, στο τέλος της ημέρας, οι διακινητές πρέπει να βρίσκονται υπόλογοι, όχι το Λιμενικό Σώμα που προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του», είπε.
Δικαιοσύνη σε… αργή κίνηση
Περισσότεροι από τους μισούς νεκρούς επιβάτες που ανασύρθηκαν στα ελληνικά ύδατα έχουν έκτοτε ταυτοποιηθεί μέσω εξετάσεων DNA.
Περισσότεροι από τους μισούς από τους 40 επιζώντες που έχουν κινηθεί νομικά κατά του ελληνικού κράτους –κατηγορώντας την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι ακολουθεί αποτρεπτική πολιτική που βασίζεται στην ποινικοποίηση των μεταναστών– δεν έχουν ακόμη καταθέσει.
Εννέα Αιγύπτιοι ύποπτοι που κατηγορούνται για επίβλεψη της επιχείρησης λαθρεμπορίας και κρατούνται από τη σύλληψή τους στην Καλαμάτα δεν έχουν ακόμη δικαστεί.
Η Ελληνική Ακτοφυλακή αρνήθηκε να απαντήσει στους ισχυρισμούς των οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επικαλούνται δικαστικές και εξωδικαστικές έρευνες.
Για τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη, διευθυντή του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, το οποίο εκπροσωπεί τους περισσότερους από τους επιζώντες που απαιτούν τώρα έρευνα για την τραγωδία, ο χρόνος είναι ουσιαστικός.
«Κάποιος πρέπει να λογοδοτήσει, αφού όλο το ναυάγιο συνέβη στην Ελλάδα», είπε στον Guardian. «Οι επιζώντες, οι οικογένειες των θυμάτων, όλοι θέλουν δικαιοσύνη. Τόσοι άνθρωποι χάθηκαν. Είναι όλοι ξαπλωμένοι στον βυθό της θάλασσας και το σπαρακτικό είναι ότι δεν θα μάθουμε ποτέ ποιοι ήταν ή πόσοι είναι».