Σε ηλικία 89 ετών, έφυγε από τη ζωή νωρίς το πρωί της Δευτέρας ο αγαπημένος τραγουδιστής και ηθοποιός, με συμμετοχή σε ταινίες της «χρυσής εποχής» του ελληνικού κινηματογράφου, Γιάννης Βογιατζής.
Ο αγαπημένος τραγουδιστής πρόσφατα είχε κάνει επέμβαση στην ουρολογική κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου για την αντιμετώπιση νεφρολογικού προβλήματος. Ωστόσο, πριν από μερικές ημέρες, πήγε ως έκτακτο περιστατικό με αποφρακτικό ειλεό στο «Ιπποκράτειο».
Οι γιατροί αντιμετώπισαν την επιπλοκή με επιτυχία, όμως και πάλι εκδήλωσε οξεία νεφρική ανεπάρκεια και, λίγες ώρες μετά, υπέστη καρδιακή ανακοπή.
Ως αιτία θανάτου καταγράφεται η «πολυοργανική ανεπάρκεια».
Ο Γιάννης Βογιατζής γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1934. Δραστηριοποιήθηκε σε όλους τους καλλιτεχνικούς χώρους, όπως στο θέατρο, τον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο.
Βραβεύτηκε δυο φορές με το 1ο βραβείο στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης, το 1963 με το τραγούδι «Πέταξε ένα πουλί» (των Κώστα Κλάβα και Αλέξη Αλεξόπουλου) και το 1970 με το τραγούδι «Αδέρφια μου αλήτες πουλιά» (των Τόλη Βοσκόπουλου και Ηλία Λυμπερόπουλου).
Ξεκίνησε την ενασχόλησή του με το τραγούδι από τις βραδιές ταλέντων του Ζοζέφ Κορίνθιου. Υπήρξε ένα από τα αστέρια της δεκαετίας του 1960, γνωστός φίλαθλος του Παναθηναϊκού, ενώ έχει τραγουδήσει και τον ύμνο της ομάδας.
Από το 1958 έως το 1962 ήταν επίσημος τραγουδιστής των ανακτόρων. Το 1970, πριν την εμφάνιση στο Φεστιβάλ, έκανε εγχείρηση για πολύποδες και έπειτα από τρία χρόνια σταμάτησε το τραγούδι. Από το 1978 συνέχισε και πάλι να τραγουδά. Ήταν πρώτος εξάδελφος του ηθοποιού Γιάννη Βογιατζή.
Μιλώντας παλαιότερα για τα δύσκολα παιδικά του χρόνια κατά την Κατοχή, είχε πει, μεταξύ άλλων: «Εγώ έχασα τον πατέρα μου μόλις μπήκαν οι Γερμανοί, το ’41. Η μάνα μου 26 ετών, χήρα με δύο παιδιά. Εγώ ήμουν εφτά και ο αδερφός μου τριών. Η μητέρα μου έκανε ότι μπορούσε για να μας συντηρήσει. Έχω φορέσει παπούτσια με χαρτόνι και σκοινί από το κάτω. Έχουμε φάει και σκύλο εν γνώσει μας. Πήγε η μάνα μου και βρήκε στην Καισαριανή, για να βάλουμε στον οργανισμό μας πρωτεΐνες και τέτοια πράγματα. Δεν περνάγαμε καλά».