«Χωρίς ισχυρά μέτρα, η ΕΕ κινδυνεύει να εξαρτηθεί από την Κίνα». Όσα αναφέρει δημοσίευμα του Reuters.
Εξαρτημένη από την Κίνα για την προμήθεια μπαταριών ιόντων λιθίου και κυψελών καυσίμου θα μπορούσε να γίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση έως το 2030, όπως ίσχυε και από τη Ρωσία για την ενέργεια πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, εκτός εάν λάβει ισχυρά μέτρα.
Αυτό αναφέρει ένα έγγραφο από την ισπανική προεδρία της ΕΕ, το οποίο είδε το Reuters. Σε δημοσίευμά του το πρακτορείο ειδήσεων αναφέρει ότι το εν λόγω έγγραφο, θα αποτελέσει τη βάση των συζητήσεων για την οικονομική ασφάλεια της Ευρώπης κατά τη διάρκεια συνάντησης των ηγετών της ΕΕ στη Γρανάδα της Ισπανίας στις 5 Οκτωβρίου.
Ανησυχώντας για την αυξανόμενη παγκόσμια ανάπτυξη και το οικονομικό βάρος της Κίνας, οι ηγέτες θα συζητήσουν τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση του κινδύνου υπερβολικής εξάρτησης της Ευρώπης από τον ασιατικό γίγαντα και της ανάγκης διαφοροποίησης προς την Αφρική και τη Λατινική Αμερική.
Το δημοσίευμα ανέφερε ότι λόγω της διαλείπουσας φύσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η ηλιακή ή η αιολική, η Ευρώπη θα χρειαστεί τρόπους αποθήκευσης ενέργειας για να επιτύχει τον στόχο της για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έως το 2050.
«Αυτό θα εκτοξεύσει τη ζήτησή μας για μπαταρίες ιόντων λιθίου, κυψέλες καυσίμου και ηλεκτρολύτες, η οποία αναμένεται να πολλαπλασιαστεί από 10 έως 30 φορές τα επόμενα χρόνια», υποστηρίζει το επίμαχο έγγραφο.
Ενώ η ΕΕ κατέχει ισχυρή θέση στις ενδιάμεσες φάσεις και στη φάση συναρμολόγησης της παραγωγής ηλεκτρολύσεων, με μερίδιο αγοράς άνω του 50% στην παγκόσμια αγορά, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην Κίνα για κυψέλες καυσίμου και μπαταρίες ιόντων λιθίου που είναι ζωτικής σημασίας για τα ηλεκτρικά οχήματα.
«Χωρίς την εφαρμογή ισχυρών μέτρων, το ευρωπαϊκό ενεργειακό οικοσύστημα θα μπορούσε να έχει μια διαφορετική εξάρτηση από την Κίνα έως το 2030, αλλά με παρόμοια σοβαρότητα, από αυτή που είχε στη Ρωσία πριν από την εισβολή στην Ουκρανία», προσθέτει το έγγραφο.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το 2021, το έτος πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η ΕΕ πήρε περισσότερο από το 40% της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου, το 27% των εισαγωγών πετρελαίου και το 46% των εισαγωγών άνθρακα από τη Ρωσία.
Ο τερματισμός των περισσότερων αγορών ενέργειας από τη Ρωσία προκάλεσε σοκ στις τιμές της ενέργειας στην ΕΕ και άνοδο του πληθωρισμού των καταναλωτών, αναγκάζοντας την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αυξήσει απότομα τα επιτόκια σε μια κίνηση που περιόρισε την οικονομική ανάπτυξη.