Σειρά μελετών την τελευταία δεκαετία έχει αποδείξει ότι η τήξη των παγετώνων της Δυτικής Ανταρκτικής είναι πολύ μεγάλη, σε αντιδιαστολή με ό,τι συμβαίνει στην ανατολική πλευρά της παγωμένης ηπείρου, όπου η κατάσταση δείχνει πιο ελεγχόμενη -και μάλιστα, σε κάποιες ανατολικές περιοχές παρατηρούνται, αντί γι’ απώλειες, ενίσχυση των πάγων εκεί.
Πρόσφατα, επιστήμονες της Βρετανικής Αποστολής της Ανταρκτικής (BAS), που είναι η αρχαιότερη και πιο καλά οργανωμένη κρατική ερευνητική αποστολή στην Ανταρκτική, παρουσίασαν μια μελέτη, στην οποία αναφέρεται ότι η τήξη του καλύμματος πάγων της Δυτικής Ανταρκτικής είναι πλέον αναπόφευκτη -γεγονός, που θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί η στάθμη της θάλασσας σε επίπεδα μεγαλύτερα από τις υπάρχουσες προβλέψεις.
Με δημοσίευσή της στην επιθεώρηση «Nature Communications», ερευνητική ομάδα με επικεφαλής παγετωνολόγους του Πανεπιστημίου του Λιντς στη Βρετανία, στην οποία συμμετείχαν και επιστήμονες της BAS, παρουσιάζουν τα ευρήματά τους για τον παγετώνα Cadman στη Δυτική Ανταρκτική.
Η μελέτη δείχνει ότι έχει επιταχυνθεί το λιώσιμο του παγετώνα, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, με αποτέλεσμα να πέφτουν στη θάλασσα κάθε χρόνο 2,16 δισ. τόνοι πάγου.
Το πάχος του παγετώνα Cadman εξαιτίας αυτής της διαδικασίας υποχωρεί κατά περίπου 20 μέτρα ετησίως.
«Ως επιστήμονες, μας ενδιαφέρει τι συνέβη στον παγετώνα Cadman επειδή έχουμε μια ξαφνική δραματική επιτάχυνση και υποχώρηση ενός παγετώνα που φαινόταν σταθερός από τη δεκαετία του 1970. Υπάρχουν άλλοι παγετώνες στην περιοχή που μπορεί να είναι ευάλωτοι σε παρόμοιες αλλαγές» λέει ο παγετωνολόγος Μπέντζαμιν Γουάλις, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας.
Το λιώσιμο των πάγων στις πολικές περιοχές και την Γροιλανδία δημιουργεί κινδύνους να βρεθούν κάτω από το νερό νησιωτικές και παράκτιες περιοχές σε όλο τον κόσμο γεγονός που θα επιφέρει ανυπολόγιστη οικολογική και ανθρωπιστική καταστροφή αφού εκτός από τις διάφορων ειδών περιβαλλοντικές απώλειες πλανητικού επιπέδου θα υποχρεωθούν να μεταναστεύσουν οι πληθυσμοί που ζουν σε αυτές τις περιοχές ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να προβλεφθεί, αλλά εκτιμάται ότι θα είναι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι.