Οι μυστηριώδεις άμορφες μάζες που βρίσκονται «θαμμένες» περισσότερα από 1.000 μίλια κάτω από την επιφάνεια της Γης μπορεί να είναι απομεινάρια ενός πλανήτη στο μέγεθος του Άρη, που συγκρούστηκε με τη Γη κατά τη διάρκεια του πρώιμου ηλιακού συστήματος. Από τη σύγκρουση αυτή μπορεί να σχηματίστηκε και η Σελήνη, λένε ερευνητές.
Όπως αναφέρει ο Guardian, σύμφωνα με την υπάρχουσα επιστημονική θεωρία, η Σελήνη δημιουργήθηκε πριν από περίπου 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, όταν ένας αρχαίος πρωτοπλανήτης με το όνομα Θεία (Theia) έπεσε πάνω στη νεοσύστατη Γη. Εκείνη την εποχή, ο πλανήτης μας ήταν ακόμη στα αρχικά του στάδια και είχε μέγεθος περίπου στο 85% του σημερινού.
Η σύγκρουση αυτή, εφόσον όντως συνέβη, θα κατέστρεψε μεγάλο μέρος τόσο της Γης όσο και της Θείας. Ο πλανήτης μας αναμορφώθηκε ως μια νέα, πιο ογκώδης, Γη, ενώ τεράστιες ποσότητες σκόνης και βράχων εκτινάχθηκαν σε τροχιά όπου ενώθηκαν για να δημιουργήσουν τη Σελήνη.
Ενώ πολλοί επιστήμονες βρίσκουν το σενάριο της γιγαντιαίας πρόσκρουσης συναρπαστικό, η έρευνα συνεχίστηκε για στοιχεία που να υποστηρίζουν τη θεωρία, ακόμη και για κάποια χαρακτηριστικά μιας βίαιης σύγκρουσης που θα μπορούσαν να βρεθούν ακόμα σήμερα.
Έχοντας αυτό κατά νου, μια διεθνής ομάδα ερευνητών έστρεψε την προσοχή της σε κάποιες άμορφες μάζες, μεγέθους ηπείρου, που είναι θαμμένες βαθιά μέσα στον μανδύα της Γης, κάτω από την Αφρική και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Οι μάζες αυτές, που ξεχωρίζουν από το τυπικό «υλικό» του πλανήτη σε αυτό το βάθος της Γης, ανακαλύφθηκαν αρχικά από σεισμολόγους, αλλά η προέλευσή τους δεν ήταν ποτέ ξεκάθαρη.
Οι ερευνητές -συμπεριλαμβανομένου του Δρ Τσιαν Γουάν από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια και του καθηγητή Χονγκ Πινγκ Ντενγκ από το Αστρονομικό Παρατηρητήριο της Σαγκάης- χρησιμοποίησαν προσομοιώσεις σε υπολογιστή για τα γιγάντια ωστικά κύματα πρόσκρουσης μέσα στη Γη για να εξερευνήσουν πώς αυτό το κατακλυσμικό συμβάν εκτυλίχθηκε.
Σύμφωνα με τις προσομοιώσεις, η σύγκρουση θα είχε λιώσει το πάνω μισό του μανδύα της Γης, επιτρέποντας σε ένα μεγάλο κομμάτι της Θείας, ίσως το 10%, να διεισδύσει πιο βαθιά στον πλανήτη και να βυθιστεί σταδιακά προς τον πυρήνα.
Τα επόμενα 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, τα υπολείμματα από τη Θεία θα μπορούσαν να είχαν μετακινηθεί στο εσωτερικό της Γης και τελικά να σχημάτισαν τις «κηλίδες» που παρατηρούνται σήμερα. Οι μάζες αυτές, οι οποίες πιστεύεται ότι είναι ελαφρώς πιο πυκνές από τον περιβάλλοντα βράχο του μανδύα, βρίσκονται κοντά στο όριο με τον πυρήνα της Γης, περίπου 1.800 μίλια βάθους.
«Απ’ όσο γνωρίζω, είμαστε οι πρώτοι που προτείνουμε αυτήν την ιδέα» είπε ο Γουάν στον Guardian. Λεπτομέρειες δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Nature.
Μπορεί να χρειαστεί αρκετά μεγάλη ποσότητα πετρωμάτων από την Σελήνη για να διαπιστώσουν οι επιστήμονες εάν το θαμμένο υλικό είναι πράγματι απομεινάρια μιας αρχαίας Θείας. Αυτά τα πετρώματα ενδέχεται να βρεθούν στα χέρια μας τα επόμενα χρόνια, καθώς οι διαστημικές υπηρεσίες σχεδιάζουν νέες αποστολές στον δορυφόρο της Γης και ακόμη μακρύτερα στον Άρη.
«Ανυπομονώ να δω μελλοντικές αποστολές στο Φεγγάρι για να φέρουν πίσω τους βράχους του μανδύα του, οι οποίοι είναι πολύ πιθανό να προέρχονται από την σύγκρουση με την Θεία» δήλωσε ο Γουάν.
Ο καθηγητής Άλεξ Χάλιντεϋ από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο οποίος μελετά την πλανητική εξέλιξη, επαίνεσε την εργασία, αλλά είπε ότι χρειάζεται περισσότερη δουλειά διαίτερα γύρω από τις διαδικασίες που οδήγησαν στην ποικιλόμορφη σύνθεση του βαθύ μανδύα.
«Αυτή είναι μια υπέροχη εργασία με τολμηρή σκέψη και ενδιαφέροντα συμπεράσματα» είπε. «Ωστόσο, εγείρει ερωτήματα που χρήζουν περαιτέρω συζήτησης και ανάλυσης, ιδιαίτερα σχετικά με την αιτία που η Σελήνη και η Γη έχουν τόσες πολλές ομοιότητες, διατηρώντας παράλληλα την αρχαία ετερογένεια του μανδύα».