Ανοιχτός στην προσωρινή επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, με αντάλλαγμα αρχαία αντικείμενα που δεν έχουν δει ποτέ ξανά στο Ηνωμένο Βασίλειο, εμφανίστηκε ο πρόεδρος των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν.
Η συζήτηση για τα Γλυπτά άνοιξε εκ νέου, μετά την πολύκροτη υπόθεση κλοπής χιλιάδων αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο. Στο επίκεντρο βρέθηκαν τα Γλυπτά του Παρθενώνα, καθώς πολλοί, συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής πλευράς, θέτουν ζήτημα ασφάλειας.
Ο Τζορτζ Όσμπορν μίλησε στους βουλευτές της Επιτροπής Πολιτισμού, Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Αθλητισμού, λέγοντας ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα «παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στο μουσείο, όχι μόνο στην αφήγηση της ιστορίας της αρχαίας Αθήνας και του ρόλου της στον κόσμο, αλλά και στο πώς βρίσκεται (ο αθηναϊκός πολιτισμός) δίπλα σε άλλους μεγάλους πολιτισμούς».
Ωστόσο, απαντώντας στις επικρίσεις και της Ελληνίδας υπουργού Πολιτισμού, Λίνας Μενδώνη, για τη μεταχείριση των Μαρμάρων, δήλωσε ότι θα ήθελε να διερευνήσει μία ρύθμιση, όπου τα Γλυπτά του Παρθενώνα θα… περνούσαν χρόνο στη Ελλάδα.
«Νομίζω ότι αξίζει να διερευνηθεί -και έχω συνομιλήσει άμεσα με την ελληνική κυβέρνηση για το θέμα αυτό- αν υπάρχει κάποιου είδους συμφωνία, που θα επέτρεπε σε ορισμένα από τα Γλυπτά να βρίσκονται για κάποιο μέρος του χρόνου στην Ελλάδα. Και ποια θα ήταν η εταιρική σχέση που θα γεννιόταν από αυτό» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο Όσμπορν πάντως είπε στους βουλευτές ότι η παρουσία των Μαρμάρων στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι αμφιλεγόμενη εδώ και πάνω από 200 χρόνια, από τότε που τα μετέφερε ο Λόρδος Έλγιν, ο Βρετανός πρεσβευτής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, μεταξύ 1803 και 1812.
«Δεν είναι μια ιδιαίτερα ευτυχής κατάσταση να έχουμε αυτή την αντιπαράθεση με την Ελλάδα για πολλές δεκαετίες και το επίπεδο της επιστήμης και της δέσμευσης που έχουμε με πολλές άλλες χώρες δεν είναι αυτό που αναπαράγεται με ορισμένα ελληνικά μουσεία» είπε στους βουλευτές.