To 80o Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας διεξάγεται φέτος από τις 30 Αυγούστου μέχρι και τις 9 Σεπτεμβρίου.
Εχουν περάσει πέντε χρόνια απ’ όταν η «Ευνοούμενη» ξεκίνησε την πορεία της από εδώ, στο Φεστιβάλ Βενετίας. Κι ο Γιώργος Λάνθιμος βρίσκεται στη Γαληνοτάτη για να παρουσιάσει το «Poor Things» που, μετά τη δημοσιογραφική προβολή του (η gala προβολή το βράδυ), συγκεντρώνει ήδη εγκωμιαστικές κριτικές.
Ο Γιώργος Λάνθιμος έφερε στη συνέντευξη Τύπου της ταινίας όλους τους συνεργάτες του και τους περιέβαλλε με θαυμασμό και προφανή αγάπη, εκτός, φυσικά, από τους πρωταγωνιστές του που δεν κάνουν δημόσιες εμφανίσεις, ως απεργοί στην ακτιβιστική δράση των Αμερικανών ηθοποιών. Διαβάστε παρακάτω όσα είπε, αλλά πρώτα νιώστε το δυνατό χειροκρότημα που περίμενε τον Γιώργο Λάνθιμο στη γεμάτη δημοσιογράφους αίθουσα:
H πολυαναμενόμενη ταινία του Γιώργου Λάνθιμου διαγωνίζεται φέτος για το Χρυσό Λιοντάρι κι έχει πολλές ελπίδες να το κερδίσει. Με πρωταγωνιστές τους Εμα Στόουν, Μαρκ Ράφαλο και Γουίλεμ Νταφό, η ταινία χαρακτηρίζεται ως μια «ερωτομανής βερσιόν του μύθου του Φράνκενσταϊν» και στηρίζεται στο σατιρικό μυθιστόρημα του Σκοτσέζου Αλισντερ Γκρέι που κυκλοφόρησε το 1992 (στα ελληνικά έχει αποδοθεί ως «Χαμένα Κορμιά» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νεφέλη). Η ιστορία, που εκτυλίσσεται στη βικτοριανή εποχή, αντικαθιστά το τέρας με την Μπέλα, μια όμορφη νεαρή νυμφομανή, η οποία, έγκυος ούσα, αυτοκτονεί για να ξεφύγει από τον βίαιο άντρα της. Την Μπέλα επαναφέρει στη ζωή ένας εκκεντρικός αλλά ιδιοφυής επιστήμονας, ο Γκόντγουιν Μπάξτερ, δίνοντάς της, ωστόσο, το μυαλό ενός μωρού.
Για την Εμα Στόουν και τη στενή, σφαιρική εμπλοκή της στην ταινία, στην οποία είναι και παραγωγός
Η Εμα μπήκε από πολύ νωρίς στο πρότζεκτ. Εγώ είχα διαβάσει το βιβλίο του Αλισντερ Γκρέι, τον είχα γνωρίσει, είχα την ευχή του να το διασκευάσουμε σε ταινία, αλλά αυτό πήρε χρόνια. Οπότε, όσο κάναμε την «Ευνοούμενη», νομίζω ήδη δουλεύαμε το σενάριο με τον Τόνι ΜακΝαμάρα, συζητούσαμε με την Εμα και για το «Poor Things». Ηταν τρομερά ενθουσιώδης, ήθελε να εμπλακεί όσο το δυνατόν περισσότερο κι έτσι την ενημέρωνα για όλα, για τους πιθανούς συνεργάτες μας, για τον κόσμο που δημιουργούσαμε, τους υπόλοιπους ηθοποιούς της ταινίας. Αυτό τη βοήθησε πολύ, ακόμα και στην ερμηνεία της, γιατί κρατούσε την ιδέα της ταινίας και της ηρωίδας στο μυαλό της πολύ καιρό, έζησε με την Μπέλα, όχι απαραιτήτως συνειδητά, αλλά ήταν διαρκώς «μαζί της».
Πώς θα περιέγραφε την (απερίγραπτη) ταινία του; Θα την περιέγραφα… ως μια ταινία που δεν περιγράφεται εύκολα. Εχουν υπάρξει, μέσα στα χρόνια, ταινίες μοναδικές ή ξεχωριστές ως προς το είδος τους. Ισως στη δική μας εποχή δεν είναι πολλές. Μου είναι δύσκολο να διατυπώσω τι είναι. Βασιστήκαμε στο μυθιστόρημα, αλλάξαμε λίγο τη δομή του, στοιχεία που ήταν περισσότερο λογοτεχνικά εργαλεία, αλλά μείναμε αρκετά πιστοί. Απ’ όταν διάβασα το βιβλίο ήμουν ήδη πεπεισμένος ότι θ’ ακολουθήσουμε την οπτική της Μπέλα, μιας γυναίκας με ελεύθερη σκέψη, χωρίς φόβο, χωρίς προκαταλήψεις, αυτή την κατεύθυνση θ’ ακολουθούσαμε στην ταινία. Αλλά και το χιούμορ, το ύφος, οι ήρωες, η ουσία του βιβλίου βρίσκεται μέσα στην ταινία.
Πόσο σύγχρονη είναι αυτή η ιστορία εποχής; Εξαιρετικά σύγχρονη: μιλά για την ελευθερία, τη θεώρηση του κόσμου, τη θέση του άντρα και της γυναίκας. Τα πράγματα έχουν αλλάξει λίγο μέσα στα χρόνια, οπότε έχουμε ίσως καλύτερα εργαλεία για να εντοπίζουμε την ανισότητα. Ωστόσο, το βιβλίο αυτό γράφτηκε τη δεκαετία του ’90 κι από τότε δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Αλλά και ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το είδος ενός γοτθικού μυθιστορήματος, για να μιλήσει για το σήμερα.
Για το σεξ, το άφθονο σεξ της ταινίας
Οι ταινίες θα έπρεπε να έχουν πολύ περισσότερο σεξ, δεν ξέρω γιατί δεν συμβαίνει αυτό πια. Είναι κρίμα που η Εμα δεν βρίσκεται εδώ και πρέπει να μιλήσω για λογαριασμό της. Πρώτα απ’ όλα, το σεξ είναι αναπόσπαστο, δομικό συστατικό του ίδιου του μυθιστορήματος: η ελευθερία που νιώθει η Μπέλα για όλα, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικότητάς της. Αλλά δεν θέλαμε να κάνουμε μια χυδαία ταινία που θα πρόδιδε την ηρωίδα μας. Χρειάστηκε να έχουμε αυτοπεποίθηση και ν’ αποβάλλουμε κάθε συστολή, το ίδιο κι η Εμα με το σώμα της κι αυτό το κατάλαβε από την πρώτη στιγμή. Εχουμε κάνει πια αρκετές ταινίες μαζί κι έχουμε δημιουργήσει μια «στενογραφία» μεταξύ μας, επικοινωνούμε χωρίς πολλά λόγια, μόλις υπαινιχθώ κάτι, θα πει ναι, καταλαβαίνω, θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται. Παρότι δουλεύαμε, αυτή τη φορά, σε μεγάλα στούντιο, με πολλά φώτα και πολυάριθμο συνεργείο, διατηρήσαμε στο μέτρο του δυνατού την ατμόσφαιρα που είχαμε στα προηγούμενα γυρίσματα που κάναμε μαζί, πολλές φορές φωτίσαμε απ’ έξω από τα παράθυρα, οπότε μέσα στο σετ ήταν μόνο τρία άτομα, οι κάμερες, πολλές φορές ούτε καν οι άνθρωποι του ήχου. Δημιουργήσαμε ένα περιβάλλον οικειότητας και ασφάλειας. Θέλω επίσης να δώσω τα εύσημα στην Ελ ΜακΑλπάιν, την Intimacy Coordinator μας: είναι μια ειδικότητα που στην αρχή μάς φαντάζει απειλητική, όμως αν δουλεύεις μ’ έναν καλό άνθρωπο, συνειδητοποιείς ότι είναι κάτι που χρειάζεσαι κι εκείνη τα έκανε όλα τόσο πιο εύκολα, χάρη στην προσωπικότητά της. Η Εμα και ο Μαρκ Ράφαλο, με τον οποίο έχουν τις περισσότερες σκηνές σεξ, έχτισαν μια οικειότητα στις πρόβες, αλλά και στους ηθοποιούς που έρχονταν μόνο για μια σκηνή, η Ελ δημιούργησε ένα πολύ άνετο περιβάλλον. Με την Εμα καθίσαμε στην αρχή και σκεφτήκαμε, τι στάση να βάλουμε εδώ, τι εκεί, τι λείπει από τη σεξουαλική εμπειρία των ανθρώπων, ώστε να εκπροσωπήσουμε ένα μεγάλο εύρος της ανθρώπινης επιθυμίας και ιδιοσυγκρασίας. Ηταν σημαντικό για όλους μας να το συμπεριλάβουμε αυτό στην ταινία και να μην ντραπούμε. Ασε που κάποιες φορές έχει πολλή πλάκα. Παρατηρώ, διαβάζω, φαντάζομαι. Πιστεύω πως υπάρχει το παράλογο σε κάθε είδος ανθρώπινης συμπεριφοράς, άρα γιατί να μην είναι κομμάτι και του σεξ και του πώς εκδηλώνονται οι επιθυμίες μας;
Αισθητικές επιλογές για τις ανάγκες της ταινίας, ή για την προσωπική δημιουργική εξέλιξη; Είναι συνδυασμός και των δύο, τι μοιάζει κατάλληλο για μια ταινία ή μια συγκεκριμένη κατάσταση, έναν ήρωα, μια ιστορία, αλλά επίσης τι μου προκαλεί το ενδιαφέρον ως προς τη δημιουργία της ταινίας και την εξέλιξη του τρόπου με τον οποίο θέλω ν’ αφηγούμαι ιστορίες. Να ωθούμαι παραπέρα, όχι αναγκαστικά προς τα άκρα, παρότι εδώ, στο «Poor Things», αυτό ταίριαζε, αλλά, για παράδειγμα, έχω ήδη γυρίσει μια ακόμα ταινία που είναι πολύ πιο απλή, μη βαριόμαστε κιόλας. Αυτή εδώ η ταινία έχει να κάνει με τη δημιουργία ενός κόσμου, κατασκευάσαμε έναν κόσμο για να τον κατοικήσει η Μπέλα, παραμορφωμένο και πειραγμένο μέσα από τα δικά της μάτια. Γι’ αυτό και οδηγηθήκαμε στο να κατασκευάσουμε τα πάντα σε στούντιο, να προσθέσουμε μη ρεαλιστικά στοιχεία, είτε υπερβολικά, είτε πιο χαμηλότονα, να χρησιμοποιήσουμε ασπρόμαυρο και έγχρωμο – να δούμε ένα κομμάτι του κόσμου μόνο σε ασπρόμαυρο, να κάνουμε το ταξίδι, να επιστρέψουμε και να το δούμε έγχρωμο. Η επιλογή έχει να κάνει με τον κόσμο κάθε ταινίας, αλλά και με την προσωπική μου εξερεύνηση της σκηνοθεσίας και της φωτογραφίας στον κινηματογράφο.
Για την επιλογή (παρά την τεράστια, πλέον, δημοτικότητά του που του επιτρέπει να συνεργαστεί με όποιον θέλει), να δουλέψει και με λιγότερο αναγνωρίσιμους ηθοποιούς, σαν τον Ράμι Γιουσέφ και τον Τζέροντ Καρμάικλ Εδώ και καιρό, νομίζω, σκέφτομαι απλώς με ποιον ή ποια θέλω να δουλέψω κι αν ταιριάζει στην ταινία. Τον Τζέροντ και τον Ράμι τους θαυμάζω, είναι ταλαντούχοι performers. Μου φάνηκε φυσικό να τους προσεγγίσω, γνωριστήκαμε έτσι κι αλλιώς, χωρίς συγκεκριμένο στόσο, αλλά μόλις βρήκα την ευκαιρία, τους πρότεινα τους ρόλους, αλλάζοντας και κάποια πράγματα στο πρωτότυπο μυθιστόρημα για να δημιουργήσω τις παρουσίες τους. Προτιμώ χίλιες φορές να δουλέψω με κάποιον που θαυμάζω και σέβομαι, παρά να επιλέξω κάποιον επειδή ταιριάζει γάντι στον ήρωα, όπως είναι γραμμένος. Νιώθω τυχερός που κι οι δυο θέλησαν να περάσουμε χρόνο μαζί – άλλωστε αυτό είναι που τους προτείνω, να έρθουν για λίγες βδομάδες μαζί μας και να δημιουργήσουμε κάτι διασκεδαστικό – και, μακάρι, να το ξανακάνουμε.
Πηγή: Flix.gr