«Κλειστές πόρτες» βρίσκουν όσοι σεισμόπληκτοι από το Αρκαλοχώρι έχουν απευθυνθεί μέχρι τώρα στις τράπεζες, ζητώντας να πάρουν τα άτοκα δάνεια που προβλέπει ο νόμος συμπληρωματικά με την κρατική αρωγή για την επισκευή ή το χτίσιμο των σπιτιών και των επιχειρήσεών τους.
Όσοι από τους σεισμοπαθείς κατάφεραν, ξεπερνώντας τη γραφειοκρατία, να πάρουν τις σχετικές αδειοδοτήσεις, για να ξεκινήσουν τις εργασίες αποκατάστασης ή ανέγερσης, όπως καταγγέλλει ο Σύλλογος Σεισμόπληκτων «Η Ελπίδα», βρίσκονται αντιμέτωποι με την άρνηση των τραπεζών για τη χορήγηση δανείου και κινδυνεύουν, στην περίπτωση που έχουν προχωρήσει τις εργασίες, να κληθούν να επιστρέψουν τα χρήματα της αρωγής.
Για το θέμα μίλησε στην ΕΡΤ Ηρακλείου ο πρόεδρος του συλλόγου, Κώστας Γκαντάτσιος. «Οι πρώτοι πέντε-έξι σεισμόπληκτοι που κατάφεραν να φύγουν από τον Δαίδαλο και τη γάγγραινα της γραφειοκρατίας απευθύνθηκαν στις τράπεζες για να πάρουν το συμπληρωματικό δάνειο που προβλέπεται από το νόμο» είπε.
Όπως εξήγησε, το κράτος χορηγεί το 80% ως κρατική αρωγή και το υπόλοιπο 20% άτοκο δάνειο για να μπορέσει να χτίσει ή να επισκευάσει το σπίτι του. «Οι τράπεζες αρχικά έδειξαν άγνοια, στη συνέχεια αδιαφορία και σε κάποιους απάντησαν και εγγράφως ότι αρνούνται να συμμετέχουν στο πρόγραμμα που ο νόμος προβλέπει, σε συνδυασμό με την κρατική αρωγή, για να χτίσει κανείς το σπίτι του» συνέχισε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το θέμα δεν αφορά μόνο τους σεισμόπληκτους του Αρκαλοχωρίου και της Κρήτης, αλλά και της Σάμου και της Μυτιλήνης, καθώς επίσης τους πυρόπληκτους της Εύβοιας και τους πληγέντες από πλημμύρες. «Θα αντιμετωπίσουν και αυτοί τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε κι εμείς τώρα» σημείωσε.
Οι τράπεζες, όπως είπε, επικαλούνται τραπεζικούς όρους, όπως η προχωρημένη ηλικία. «Δηλαδή, ότι ένας 70χρονος δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει το δάνειο. Όμως, στον Δήμο Μινώα Πεδιάδος ο μέσος όρος ηλικίας των ανθρώπων είναι 65-67 ετών, ενώ παράλληλα έχει δημιουργηθεί ένα κύμα φυγής των νέων ανθρώπων. Περίπου 3.500 άνθρωποι έχουν φύγει σε όμορους δήμους» τόνισε ο κ. Γκαντάτσιος και συμπλήρωσε: «Η άρνηση των τραπεζών να συμμετέχουν στο πρόγραμμα δημιουργεί μείζονα κοινωνικά προβλήματα».
Ο ίδιος αναφέρθηκε και σε μία ακόμη παράμετρο του προβλήματος: «Προχωρά κάποιος τη διαδικασία και φτάνει στο 70% των εργασιών. Η τράπεζα όμως δεν του χορηγεί το άτοκο δάνειο, δεν ολοκληρώνεται η διαδικασία, δεν αποχαρακτηρίζεται το σπίτι από κίτρινο και υποχρεούται εκ του νόμου να επιστρέψει τα χρήματα. Είναι ένα ουσιαστικό πλήγμα στην προσπάθεια οικιστικής ανάπτυξης του τόπου μου. Πολλοί κάτοικοι δεν θα ξαναμπούν στα σπίτια τους, θα μείνουν στα κοντέινερς ή σε κάποιο από τα σπίτια που φιλοξενούνται τώρα».
Ήδη, ο Σύλλογος έχει κάνει έγγραφη παρέμβαση προς την Ένωση Τραπεζών και ζητά απαντήσεις, ενώ το ίδιο έγγραφο έχει αποστείλει στον Συνήγορο του Πολίτη, στην Ένωση Καταναλωτών, στη Γενικής Γραμματεία Προστασίας Καταναλωτή και στον Μεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών.