Τα αποτελέσματα της αυτοψίας των επιστημόνων
«Μετά την απομάκρυνση των υδάτων, φάνηκε καθαρά ότι τα εδάφη δέχθηκαν φερτά ιζήματα μικρού πάχους (<15-20 εκατοστά) ιλυοαργιλοπηλώδους υφής και δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα στην κατεργασία και καλλιέργειά τους την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Αυτό φάνηκε σε πολλές περιπτώσεις όπου οι γεωργοί προβαίνουν σε κατεργασίες όπως όργωμα και καλλιεργητή, χωρίς κανένα πρόβλημα».
Αυτά επισημαίνουν σε έκθεσή τους οι καθηγητές Νίκος Δαναλάτος και Κυριάκος Γιαννούλης, μέλη ΔΕΠ του Εργαστηρίου Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, έπειτα από επιτόπιες αυτοψίες πεδίου και δειγματοληψίες εδαφών, που έλαβαν χώρα στις 20 και 21 Σεπτεμβρίου, και κάλυψαν περί το 1,2 εκατ. στρέμματα αντιπροσωπευτικών εκτάσεων του Θεσσαλικού πεδίου, τα οποία δέχτηκαν την επέλαση της κακοκαιρίας Daniel.
Εξαίρεση, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αποτελούν εδάφη στην άκρη χωραφιών, όπου οι χείμαρροι έβρισκαν εμπόδιο στη ροή τους, π.χ. στην εθνική οδό (Μοσχοχώρι, Νέα Λεύκη-Κουσμπασανιώτης, κλπ), καθώς και σε αρκετές περιπτώσεις όπου η ροή ήταν αρκετά τυρβώδης στο πεδίο πλημμυρών του Ενιπέα (Ευύδριο) και του Πηνειού (Πηνειάς, Κεραμίδι, Βλωχός, κλπ) και σε αποστάσεις έως 300 μέτρων από τις κοίτες του ποταμού/χειμάρρου.
Κάποια χωράφια μικρής έκτασης ήταν εξ ολοκλήρου στο πεδίο πλημμυρών καλυμμένα με παχύ στρώμα λάσπης, εκεί όπου οι χείμαρροι είχαν αυξήσει την κοίτη τους (Περιβόλι, Ν. Καρυές, Ν. Λεύκη). Οι εκτάσεις αυτές είναι διάσπαρτες σε πολλές περιοχές (π.χ. Αμπελιά Φαρσάλων, Βρυσιά, Σταυρό, Γεφύρια, στην περιοχή του Κέδρου και πιο συγκεκριμένα Καληδόνι κτλ.). Εκτιμάται ότι η συνολική τους έκταση δεν ξεπερνά τα 18.000 στρέμματα επί συνόλου των κατακλυσμένων γαιών (περί το 2% του συνόλου).
Ακόμη και στις περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, το ίζημα σπανίως υπερβαίνει σε πάχος τα 50 εκατοστά, οπότε και στις περιπτώσεις αυτές τα εδάφη θα είναι πλήρως κατάλληλα προς καλλιέργεια μετά από βαθιά άροση και ενσωμάτωση με το υπόστρωμα. Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν, σύμφωνα με την έκθεση, προς το καλύτερο τις αρχικές μας εκτιμήσεις, τονίζουν οι ερευνητές, ότι κανένα έδαφος δεν θα ακυρωθεί από τις πλημμύρες.
Στην αυτοψία δεν περιλαμβάνονται αρκετές περιοχές που επηρεάζονται από τους χειμάρρους σε Πύλη, Μουζάκι, παραπόταμο Τρικάλων και την Περιοχή Γυρτώνης – Μακρυχωρίου – Συκουρίου, που έχει κάποια ρέματα που καταλήγουν στον Πηνειό.
Επίσης, η έκθεση επισημαίνει ότι αρκετές εκτάσεις βρίσκονταν ακόμα κατακλυσμένες (Βλοχός, Κεραμίδι, Μεταμόρφωση, κλπ) την ημέρα της αυτοψίας. Προφανώς, το έδαφος θα καθυστερήσει αρκετά να έλθει στο ρώγο και δεν προβλέπεται η δυνατότητα να προετοιμαστούν για καλλιέργεια και σπορά χειμερινών σιτηρών και ψυχανθών. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο όμως ότι και τα εδάφη αυτά θα είναι κατάλληλα -από πλευράς φερτών υλικών- την προσεχή καλλιεργητική περίοδο για να υποδεχθούν εαρινές καλλιέργειες, διαπιστώνουν οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.
Δυστυχώς, μεγάλες εκτάσεις εκτιμούν, που βρίσκονται κατακλυσμένες στην ανατολική Θεσσαλική πεδιάδα (Νίκη, Αρμένιο, Σωτήριο, Στεφανοβίκειο, κλπ) θα αργήσουν πολύ να περιέλθουν σε κατάσταση να δεχθούν οποιαδήποτε κατεργασία. Ο όγκος νερού που περιέχεται εντός του αναχώματος είναι πολύ μεγάλος σε σχέση με το ρυθμό απορροής, εκτός εάν εφαρμοσθούν δραστικές λύσεις κένωσης των υδάτων. Αντίθετα, τα ύδατα εκτός του αναχώματος (Τ2) υποχωρούν σταδιακά μέσω κατείσδυσης και εξάτμισης, και διαφαίνεται ότι τα εδάφη αυτά θα μπορούν να καλλιεργηθούν την προσεχή καλλιεργητική περίοδο με εαρινές καλλιέργειες.
Αρκετά επικλινή εδάφη στην περιοχή «ρεβενίων» (Ζάππειο, Ν. Καρυές, Χαλκιάδες, κλπ) παρουσιάζουν δείγματα μέτριας επιφανειακής στρωσιγενούς διάβρωσης, και σε αρκετές περιπτώσεις ήταν φανερή έντονη αυλακοειδής διάβρωση καθ’ όλη την κλίση (rill erosion). Σε πολύ λίγες περιπτώσεις δυστυχώς παρατηρήθηκε και φωτογραφήθηκε χαραδροειδής διάβρωση (gully erosion) κυρίως σε εδάφη επί μαργοειδών υποστρωμάτων.
Να υπενθυμίσουμε άλλη μια φορά, σημειώνουν, ότι το έδαφος που χάνεται από τα επικλινή αυτά εδάφη δεν αντικαθίσταται και οδηγεί ακόμα ταχύτερα προς πλήρη υποβάθμιση και ερημοποίηση των ήδη υποβαθμισμένων αυτών γαιών. Ως Εργαστήριο, προσθέτουν, έχουμε πολλές φορές αναφερθεί (ήδη από το 1996) στους τρόπους διαχείρισης των γαιών αυτών στο πλαίσιο των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Ως προς τις καλλιέργειες, οι δύο καθηγητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας τονίζουν:
– Μεγάλο μέρος της βαμβακοκαλλιέργειας έχει καταστραφεί ολοσχερώς. Τα φυτικά άτομα έχουν χαρακτηριστικό καφέ χρώμα και είναι ευκόλως αναγνωρίσιμα με επίγεια ή δορυφορική εικόνα. Οι καλλιέργειες αυτές πρέπει να αποζημιωθούν πλήρως.
– Σε αρκετά χωράφια υπάρχει βαμβάκι που έχει επηρεαστεί πολύ αλλά δεν έχει πλήρως καταστραφεί. Έχουν χαθεί τα καρύδια στη βάση του στελέχους, υπάρχει αναβλάστηση και θα χρειαστεί pix, και δεδομένης της επερχόμενης κακοκαιρίας θα είναι πολύ δύσκολες οι συνθήκες συγκομιδής έως αδύνατες σε αρκετές περιπτώσεις. Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι μπορεί να συγκομισθεί μέρος του προϊόντος αλλά με υποβαθμισμένη ποσότητα και ποιότητα.
– Σε λίγες περιπτώσεις μπορεί να συγκομισθεί προϊόν με μικρό ποσοστό απώλειας.
– Μεγάλες εκτάσεις με καλαμπόκι παρουσιάζονται να είναι συγκομίσιμες. Προφανώς το καλαμπόκι είχε προλάβει να ωριμάσει στα τέλη Αυγούστου πριν από την καταιγίδα. Έτσι, στις περιπτώσεις που το νερό δεν έφτασε να καλύψει τον καρπό (ρόκα), φαίνεται ότι το προϊόν θα είναι εφικτό να συγκομισθεί όταν μπορέσουν να οι αλωνιστικές μηχανές να μπουν στον αγρό. Λόγω όμως του μεγάλου κινδύνου αφλατοξινών, καμία παραγωγή δεν πρέπει να συγκομισθεί εάν δεν προηγηθεί αυστηρός δειγματοληπτικός έλεγχος. Σε περίπτωση προσβολής η καλλιέργεια πρέπει να καταστραφεί και να αποζημιωθεί πλήρως ή να χρησιμοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας.
– Σε πολλά βαμβακοχώραφα υπάρχει ακόμα αρδευτικός εξοπλισμός στάγδην άρδευσης που οι γεωργοί δεν πρόλαβαν να απομακρύνουν. Σε πολλά χωράφια τα ορμητικά ύδατα παρέσυραν μέρος ή όλον τον εξοπλισμό αυτό, και τον κατέστρεψαν ενώ σε μερικές περιπτώσεις η δύναμη του νερού παρέσυρε και αναποδογύρισε ακόμα και καρούλια άρδευσης, αγροτικά αυτοκίνητα, κλπ.
– Πολυετείς καλλιέργειες (αμυγδαλιές, καρυδιές, κλπ) στα εδάφη που κάλυψαν τα νερά της Κάρλας δεν θα αντέξουν για πολύ ακόμα την έλλειψη διαθεσιμότητας οξυγόνου στο ριζόστρωμα και θα καταστραφούν. Προφανώς οι γεωργοί θα πρέπει να αποζημιωθούν όχι μόνο για την φετινή εσοδεία αλλά και για το νέο φυτικό υλικό και τα έτη που αυτό θα αποδώσει πλήρη παραγωγή. Το ίδιο ισχύει και για τα ακτινίδια της περιοχής του δέλτα Πηνειού που επλήγη.
Συμπερασματικά οι δύο επιστήμονες τονίζουν πως σχεδόν στο σύνολο των εδαφών εντός του πεδίου πλημμυρών του Πηνειού και των παραποτάμων αυτού γίνεται καλλιέργεια ετήσιων ειδών, αλλά και σε αρκετές περιπτώσεις καλλιεργούνται πολυετείς καλλιέργειες, π.χ. αμπέλια, πυρηνόκαρπα, κλπ. Είναι αντιληπτή η ανάγκη επέκτασης της καλλιέργειας γονίμων γαιών αλλά ειδικά στην περίπτωση καλλιέργειας πολυετών καλλιεργειών, πρέπει οι γεωργοί να είναι ενήμεροι για τον κίνδυνο καταστροφής των καλλιεργειών τους όταν αυτές βρίσκονται εντός της ανωτέρω γεωμορφολογικής ζώνης (flood plain).
Όλοι οι αποστραγγιστικοί αύλακες πρέπει το ταχύτατο δυνατόν να καθαριστούν από φερτές ύλες, αδρομερή υλικά, βλάστηση και λοιπά εμπόδια (κορμούς, σκουπίδια, κλπ) ώστε να βρεθούν στο 100% της παροχευτικής των ικανότητας πριν την έλευση των βροχών του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η κοίτη του Πηνειού έχει σε πλείστα σημεία περιοριστεί σε επικίνδυνο βαθμό και θα πρέπει να γίνουν έργα διάνοιξης και εμβάθυνσης της κοίτης. Το ίδιο ισχύει και για τους παραποτάμους του Πηνειού και κυρίως του Ενιπέα και των ρεμάτων αυτού.
Μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Δαναλάτος καταλήγει τονίζοντας: «Το Εργαστήριο Γεωργίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας εκφράζει την πλήρη συμπαράστασή του στους πληγέντες από τον καταστροφικό “Daniel” γεωργούς και κτηνοτρόφους Θεσσαλίας. Το Εργαστήριο είναι στη διάθεση των συμπολιτών μας για οιασδήποτε μορφής πληροφόρηση-ενημέρωση στο πλαίσιο των γνωστικών αντικειμένων του Εργαστηρίου αφιλοκερδώς».